Ελπίζω να μη σας πειράξει αν διακόψω για λίγο τη γενική απαισιοδοξία με μια πραγματικά καλή είδηση. Περισσότεροι άνθρωποι σε ολόκληρο τον κόσμο δηλώνουν ότι ζουν καλύτερα απ’ ό,τι στο παρελθόν και ότι βλέπουν το μέλλον τους με περισσότερη αισιοδοξία. Σε μια νέα παγκόσμια έρευνα, το Ινστιτούτο Gallup, ένας αμερικανικός οργανισμός «σφυγμομέτρησης της κοινής γνώμης» για κάθε είδους ζήτημα γενικού ενδιαφέροντος, ρώτησε ανθρώπους σε 142 χώρες εάν αισθάνονται ότι «ευημερούν», «δυσκολεύονται» ή «υποφέρουν» στη ζωή τους.
Ο αριθμός όσων δηλώνουν ότι ευημερούν αυξάνεται σταθερά την τελευταία δεκαετία, ενώ το ποσοστό εκείνων που υποφέρουν έχει μειωθεί μόλις στο 7%, το χαμηλότερο επίπεδο από το 2007. Το φαινόμενο αυτό είναι παγκόσμιο, με αξιοσημείωτη βελτίωση της ευημερίας σε μέρη πολύ διαφορετικά μεταξύ τους, όπως στο Κόσοβο, στο Βιετνάμ, στο Καζακστάν και στην Παραγουάη.
Δυστυχώς, όμως, υπάρχει και ένα όχι και τόσο καλό νέο. Ορισμένοι λαοί ανέφεραν απότομη πτώση στην ευημερία τους. Το ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει ότι ευημερεί μειώνεται στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά, στη Δυτική Ευρώπη, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία. Το 2007, το 67% των Αμερικανών και των Καναδών δήλωναν ότι ζουν καλά. Σήμερα, το ποσοστό αυτό έχει πέσει στο 49%.
Με άλλα λόγια, οι κοινωνίες με τα υψηλότερα βιοτικά επίπεδα παρουσιάζουν και τη μεγαλύτερη πτώση στην ψυχική και κοινωνική ευημερία τους. Μπορεί να διατηρούν καλύτερες συνθήκες ζωής σε σχέση με τον αναπτυσσόμενο κόσμο, όμως οι τάσεις είναι ιδιαίτερα ανησυχητικές.
Αυτό δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει. Το πιο καθοριστικό κοινωνικό φαινόμενο της τελευταίας δεκαετίας είναι η αποσύνδεση της οικονομικής ευημερίας από την κοινωνική και πνευματική υγεία των πολιτών. Κατά τη διάρκεια αυτών των ετών, το ΑΕΠ των Ηνωμένων Πολιτειών, δηλαδή το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν που μετρά την οικονομική παραγωγή της χώρας, αυξήθηκε σημαντικά. Οι μισθοί ανέβηκαν, η ανεργία παρέμεινε χαμηλή και οι ανισότητες μειώθηκαν.
Παράλληλα, όμως, τα ποσοστά αυτοκτονιών αυξήθηκαν, η κοινωνική απομόνωση εντάθηκε και η εμπιστοσύνη μεταξύ των ανθρώπων κατρακύλησε σχεδόν στο μηδέν. Σύμφωνα με έρευνα του Gallup που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο, το ποσοστό των Αμερικανών που δηλώνουν ότι είναι «πολύ ικανοποιημένοι» από τη ζωή τους έχει πέσει σε ιστορικό χαμηλό. Και σύμφωνα με την έκθεση Edelman Trust Barometer 2025, μια διεθνή μελέτη που μετρά την εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς και στα μέσα ενημέρωσης, μόλις το 30% των Αμερικανών αισθάνονται αισιοδοξία για το μέλλον των παιδιών τους.
Τι έχει συμβεί;
Οι άνθρωποι ευημερούν όταν ζουν σε κοινωνίες όπου το βιοτικό επίπεδο ανεβαίνει, οι ανθρώπινες σχέσεις είναι υγιείς και σταθερές και η ζωή έχει σαφή αίσθηση σκοπού και νοήματος. Αυτό το τρίπτυχο, η οικονομική, η κοινωνική και η πνευματική διάσταση, αποτελεί τη βάση κάθε υγιούς κοινωνίας.
Μίλησα με τον Dan Witters, διευθυντή ερευνών του Gallup, ο οποίος ανέλυσε μερικούς από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην κοινωνική και πνευματική υγεία. Οι άνθρωποι που δηλώνουν ευημερία, αισθάνονται ισχυρό δεσμό με την κοινότητά τους και υπερηφάνεια για τον τόπο όπου ζουν. Επίσης, οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε ενορίες, κοινότητες ή άλλες συλλογικές δραστηριότητες βιώνουν υψηλότερα επίπεδα ευημερίας. Το αίσθημα σκοπού και νοήματος, εξηγεί ο Witters, είναι ένας από τους ισχυρότερους παράγοντες που καθορίζουν το πώς βλέπει κάποιος το μέλλον του.
Η πιο ολοκληρωμένη μελέτη για την ανθρώπινη ευημερία είναι η Global Flourishing Study, υπό την καθοδήγηση των καθηγητών Tyler J. VanderWeele του Harvard και Byron Johnson του Πανεπιστημίου Baylor.
Από το 2022 έχουν ερωτηθεί 200.000 άνθρωποι σε 22 χώρες. Τα ευρήματα δείχνουν ότι ορισμένες χώρες, όπως το Ισραήλ και η Πολωνία, τα καταφέρνουν εξίσου καλά σε υλικό, κοινωνικό και πνευματικό επίπεδο. Άλλες, όπως η Ιαπωνία και οι σκανδιναβικές χώρες, ευημερούν οικονομικά αλλά οι πολίτες τους δηλώνουν ότι τους λείπει το νόημα και ο σκοπός. Αντίθετα, χώρες όπως η Ινδονησία, το Μεξικό και οι Φιλιππίνες, που δεν είναι πλούσιες, παρουσιάζουν εντυπωσιακή κοινωνική και πνευματική ανθεκτικότητα.
Οι κοινωνίες που διατηρούν υψηλά επίπεδα ευημερίας είναι εκείνες που καταφέρνουν να βελτιώνουν το βιοτικό τους επίπεδο, χωρίς, όμως, να αποκόπτονται από τις παραδοσιακές τους αξίες και τις κοινωνικές τους δομές. Αντίθετα, οι χώρες που στηρίζονται αποκλειστικά στην οικονομική επιτυχία, παραμελώντας τη συλλογική συνοχή και την πνευματική διάσταση, βλέπουν την ψυχική τους υγεία να καταρρέει.

Κέντρο της πόλης Κένετ στο Μιζούρι, στις αρχές της χρονιάς. Το 2007, το 67% των Αμερικανών και Καναδών που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Gallup δήλωσαν ότι ευημερούν. Σήμερα, το ποσοστό αυτό έχει πέσει στο 49%
Γιατί τα πλούσια έθνη έχουν μείνει πίσω κατ’ αυτόν τον τρόπο; Ο καθηγητής VanderWeele υποστηρίζει ότι όλα είναι θέμα προτεραιοτήτων. «Τελικά, παίρνεις αυτό που εκτιμάς περισσότερο», λέει. «Όταν μια κοινωνία εστιάζει αποκλειστικά στο οικονομικό όφελος, θα σημειώσει κάποια επιτυχία, όχι όμως αν αυτό γίνεται εις βάρος του νοήματος και της κοινότητας».
Στη Δύση, τις τελευταίες δεκαετίες, έχουμε υιοθετήσει αξίες που όταν φτάνουν σε υπερβολές, αποδεικνύονται καταστροφικές για την ψυχική ευημερία. Σύμφωνα με τη World Values Survey, μια παγκόσμια έρευνα αξιών που διεξάγεται από το 1981 σε δεκάδες χώρες του κόσμου, με σκοπό την παρακολούθηση της διαχρονικής εξέλιξης των αξιών και των πεποιθήσεων των πολιτών στις σύγχρονες κοινωνίες, η Βόρεια Αμερική, η Δυτική Ευρώπη και οι αγγλόφωνες χώρες έχουν απομακρυνθεί πολιτισμικά από τον υπόλοιπο κόσμο. Έχουν γίνει πιο κοσμικές, πιο ατομικιστικές και περισσότερο προσανατολισμένες στην προσωπική έκφραση, σε αντίθεση με τις ορθόδοξες ευρωπαϊκές χώρες όπως η Σερβία, τις κομφουκιανές κοινωνίες όπως η Νότια Κορέα ή τις καθολικές χώρες της Λατινικής Αμερικής όπως το Μεξικό.
Οι χώρες που αντιστάθηκαν σε αυτή την πολιτισμική μετατόπιση βλέπουν την ευημερία τους να ενισχύεται, ενώ εκείνες που την υιοθέτησαν βιώνουν συνεχή υποχώρηση. Η κυρίαρχη τάση της δυτικής κουλτούρας υπήρξε η απελευθέρωση του ατόμου από την ομάδα. Τώρα όμως πληρώνουμε το τίμημα -κοινωνικά και πνευματικά.
Δύο ομάδες πλήττονται περισσότερο. Η πρώτη είναι οι νέοι. Οι μεγαλύτεροι μπορούν ακόμη να θυμηθούν μια εποχή πριν από τη μαζική αποξένωση, όμως οι νέοι μεγαλώνουν σε έναν κόσμο πιο μοναχικό και καχύποπτο.
Παλαιότερα, η ευτυχία των ανθρώπων ακολουθούσε ένα σχήμα «U»: οι νέοι ήταν ευτυχισμένοι, η μέση ηλικία πιο δύσκολη και τα επίπεδα ευτυχίας ανέβαιναν ξανά προς τη συνταξιοδότηση. Σήμερα, η καμπύλη μοιάζει περισσότερο με κατηφόρα. Οι νέοι είναι οι πιο δυστυχισμένοι, η μέση ηλικία «αντέχει» και οι ηλικιωμένοι εμφανίζονται πιο ικανοποιημένοι.
Στην παγκόσμια μελέτη ευημερίας, οι νέοι Αμερικανοί βρίσκονται στην τελευταία θέση, όπως και οι συνομήλικοί τους στην Αυστραλία, τη Βραζιλία, τη Γερμανία, τη Σουηδία και τη Βρετανία.
Η δεύτερη ομάδα είναι οι προοδευτικοί. Από το 1972, οι συντηρητικοί δηλώνουν σταθερά πιο ευτυχισμένοι, καθώς συχνότερα ακολουθούν πρότυπα ζωής που σχετίζονται με την ευημερία: παντρεύονται, πηγαίνουν στην εκκλησία, συμμετέχουν σε φιλανθρωπίες, νιώθουν πατριωτισμό, έχουν πιο ενεργή ερωτική ζωή και αισθάνονται ότι η ζωή τους έχει σκοπό.
Γύρω στο 2011, συνέβη μια μεγάλη αλλαγή. Τα χαμηλά επίπεδα ευτυχίας μετατράπηκαν σε υψηλά επίπεδα κατάθλιψης και ψυχικής ασθένειας. Οι νέοι προοδευτικοί άρχισαν να εμφανίζουν ραγδαία αύξηση των ποσοστών κατάθλιψης. Λίγα χρόνια αργότερα, το φαινόμενο επεκτάθηκε και στους συντηρητικούς, αλλά σε μικρότερη ένταση.
Μια έρευνα του 2024 από το Foundation for Individual Rights and Expression, το Ίδρυμα για τα Ατομικά Δικαιώματα και την Έκφραση, έδειξε ότι το 35% των «πολύ συντηρητικών» φοιτητών βιώνει κακή ψυχική υγεία τουλάχιστον τις μισές μέρες του μήνα. Το αντίστοιχο ποσοστό για τους «πολύ φιλελεύθερους» φτάνει στο 57%.
Οι λόγοι είναι πολλοί αλλά ο βασικός είναι ένας: η απληστία. Οι Αμερικανοί, και γενικότερα οι δυτικές κοινωνίες, έχουν απορροφηθεί τόσο πολύ από την επιδίωξη της οικονομικής επιτυχίας, ώστε έχουν παραμελήσει τις κοινωνικές και ηθικές προϋποθέσεις που στηρίζουν την ανθρώπινη ευημερία.
Τα σχολεία αφιερώνουν περισσότερο χρόνο στη διδασκαλία επαγγελματικών γνώσεων παρά στην καλλιέργεια κοινωνικών και πνευματικών αξιών. Οι κυρίαρχες αντιλήψεις εξυψώνουν την ατομική επιλογή και διαβρώνουν τις βασικές δεσμεύσεις που προηγούνται κάθε επιλογής: την αγάπη για την οικογένεια, τη γειτονιά, το έθνος και την αλήθεια.
Αν θέλουμε να ξαναβρούμε το νόημα και την ευημερία μας, χρειάζεται να επανεφεύρουμε αυτές τις αξίες. Έχουμε μπροστά μας πολλή δουλειά.
*Ο κ. David Brooks είναι αρθρογράφος των New York Times σε θέματα πολιτικής, πολιτισμού και κοινωνικών επιστημών.